Showing posts with label Ploritis. Show all posts
Showing posts with label Ploritis. Show all posts

Friday, February 1, 2013

Βυζαντινή Θεοκρατία vs αρχαίας ελληνικής σκέψης


Άρθρο του Μάριου Πλωρίτη στο Βήμα (11/6/2000):


ΟΛΕΣ αυτές τις μέρες του ιερού περί ταυτοτήτων πολέμου, οι σύγχρονοι σταυροφόροι, από του ανωτάτου μέχρι του κατωτάτου, κραδαίνουν αδιάκοπα τα συνθήματα: «Η Ορθοδοξία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας των Ελλήνων»... «Χριστιανική Εκκλησία και Ελληνικό Εθνος είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες» και τα παρόμοια.
Αξίζει, λοιπόν, να δούμε πόσο αληθεύουν αυτά τα «σλόγκαν». Και, για τούτο, ας γυρίσουμε πίσω στις ρίζες, στην εποχή όπου ο Χριστιανισμός καθιερώθηκε ως επίσημη θρησκεία του Βυζαντινού κράτους, και θεμελιώθηκε η συνύπαρξη κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ αρχίζει με μια γοερή αντίφαση: Οι Βυζαντινοί ένιωθαν συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων, διατηρούσαν πάμπολλα έθιμά τους, μιλούσαν τη γλώσσα τους, οι λόγιοί τους μελετούσαν την αρχαία Γραμματεία, τη «συντηρούσαν» αντιγράφοντας τα κείμενά της. Και, γι' αυτό το τελευταίο, τους χρωστάμε άπειρες χάρες, αφού χωρίς τον δικό τους μόχθο, μεγάλο μέρος του αρχαίου θησαυρού θα είχε χαθεί για πάντα.
Απ' την άλλη, όμως, αποστρέφονταν την Ελλάδα και τους Ελληνες, επειδή τους ταύτιζαν με την επάρατη ειδωλολατρία, τον εχθρό και αλλοτινό διώκτη της χριστιανικής θρησκείας. Ετσι, έγιναν αυτοί διώκτες ανελέητοι των παλιών διωκτών τους. Και, φυσικά, πρωταρχικό ρόλο στο μίσος κατά «παντός του ελληνικού» και στον λυσσαλέο κατατρεγμό του, έπαιξε η Εκκλησία, που ήταν ο φορέας και λειτουργός της νέας θρησκείας και ο μοναδικός σχεδόν πνευματικός οδηγητής των Βυζαντινών.
Η πρώτη τους κίνηση ήταν να καταστρέφουν τους ναούς και τα αγάλματα των Ελλήνων ¬ στερώντας, έτσι, τον κόσμο από ανεπανάληπτα δημιουργήματα της αρχαίας τέχνης, για να μη μείνη ίχνος από τη «βελυρή θρησκεία των ειδώλων». Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, πρωτοστάτησε, το 391, στην πυρπόληση της βιβλιοθήκης του Σεραπείου, με τους 42.000 τόμους της ¬ μοναδική κιβωτό της αρχαίας γνώσης και λογοτεχνίας... Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α' κατάργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες (395) και ο πολύς Ιουστινιανός έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας (529)...
Και να ήταν μόνο τα άψυχα; Οι πρόδρομοι των σημερινών ζηλωτών επιδόθηκαν σε φοβερούς διωγμούς και σφαγές των «εθνικών», που τις ομολογούν και οι χριστιανοί χρονικογράφοι... Ο ελληνολάτρης αυτοκράτορας Ιουλιανός όχι μόνο συκοφαντήθηκε και αναθεματίσθηκε σαν «αποστάτης» και «παραβάτης» αλλά και δολοφονήθηκε (πιθανότατα) από χριστιανό, ενώ πολεμούσε εναντίον των Περσών... Ο ανεψιός και διάδοχος του πατριάρχη Θεόφιλου, ο Κύριλλος, θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της σπουδαίας νεοπλατωνικής φιλοσόφου Υπατίας (415)... Και το 797, η Σύνοδος της Νικαίας αναθεμάτιζε όσους «μελετούσαν διεξοδικώς τα ελληνικά μαθήματα»...
ΑΚΟΜΑ και το όνομα «Ελλην» πήρε νόημα υβριστικό και αποκρουστικό. Το Βυζάντιο «πολέμιον υπελάμβανε (θεωρούσε εχθρικό) το των Ελλήνων όνομα, καθ' όσον ανέκαθεν το όνομα τούτο εταυτίσθη μετά της εννοίας του ειδωλολάτρου», γράφει ο ¬ κάθε άλλο παρά «αντίχριστος», βέβαια ¬ ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος1. «Ανόσιους, μυσαρούς, παμμίαρους» αποκαλούσαν τους Ελληνες οι αυτοκρατορικοί νόμοι και οι εκκλησιαστικοί πατέρες.
Ο Αθανάσιος κατακεραύνωνε τους «μιαρούς» Ελληνες... ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός στηλίτευσε την «κίβδηλον ποίησιν» των αρχαίων... και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούσε πως Χριστιανισμός και Ελληνισμός είναι ασυμβίβαστοι, ¬ διαφωνώντας με τους νυν ελληνοχριστιανικούς κήρυκες...
«Το όνομα Ελλην κατήντησε θρησκευτικόν και ελέγετο περί μη χριστιανών και αν ακόμη ούτοι ήσαν Σαρακηνοί», λέει ο ιστορικός Κ. Αμαντος2. Και, αυτό, όχι μόνο από τους τότε ζηλωτές και «θεούσες». Ακόμα και κορυφαίοι διανοητές, όπως ο πατριάρχης Φώτιος (9ος αιώνας) έγραφε πως οι Ρώσοι, προτού εκχριστιανισθούν, είχαν «ελληνικήν και άθεον δόξαν», ενώ ο «πλατωνιστής» Μιχαήλ Ψελλός (11ος αιώνας) έλεγε πως οι Κινέζοι ήταν «Ελληνες το δόγμα«! Και όταν, το 968, απεσταλμένοι του Πάπα εγχείρισαν στον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά γράμματα του Ποντίφηκα με την προσφώνηση «αυτοκράτωρ των Ελλήνων», ο Φωκάς τους έριξε στη φυλακή!
ΕΙΝΑΙ αλήθεια πως, από τον 10ο και, περισσότερο, από τον 13ο αιώνα, οι βυζαντινοί ανθρωπιστές προσπάθησαν να ξαναδώσουν στα ονόματα «Ελλάς» και «Ελληνες» την παλιά τους αίγλη, και διεκδίκησαν την πνευματική «κληρονομιά» της Αθήνας. Ωστόσο, αυτή η «αποκατάσταση» δεν εξάλειψε τον (κληρικό προπάντων) ανθελληνισμό ως το τέλος της αυτοκρατορίας. Ο μέγας λογοθέτης (πρωθυπουργός) του Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου, Θεόδωρος Μετοχίτης (αρχές 14ου αιώνα), θεωρούσε τους Ελληνες «εχθρούς του κράτους» και ευχόταν να «εξολοθρευθούν με την βοήθειαν του Θεού», ενώ ο προοδευτικός θεολόγος Βαρλαάμ (14ος αιώνας) θα κατηγορηθεί, ανάμεσα στ' άλλα, και σαν «ελληνομανής». Και ο Γεννάδιος Σχολάριος (ο κατοπινός πρώτος πατριάρχης της Τουρκοκρατίας), όταν ρωτήθηκε, τρία χρόνια πριν απ' την Αλωση, αν είναι Ελλην, απάντησε με αποστροφή: «... ει τις έροιτό μοι (αν με ρωτήσει κανείς) τις ειμί, αποκρινούμαι Χριστιανόν είναι».
Και ο ιστορικός Παύλος Καλλιγάς επιλέγει: «Αυτούς τους διώκοντας τον Χριστιανισμόν Τούρκους, αποκαλεί η Εκκλησία "νέους Ελληνας", διότι το όνομα Ελλην ήτο τότε συνώνυμον τω αντιχρίστω... Οι περισωθέντες επίσημοι αναθεματισμοί του ελληνικού ονόματος, αποδεικνύουν ότι οι ακαταλόγιστοι εκείνοι άνθρωποι ενόσουν (έπασχαν από) αληθή ελληνοφοβίαν»3....
Αυτά τα ολίγα. Εκτός αν οι σημερινοί «ελληνοχριστιανοί» υποστηρίζουν πως το Βυζάντιο δεν έχει σχέση με το ελληνικό έθνος ¬ ξεχνώντας πως εκεί βρίσκονται οι απαρχές του νέου ελληνισμού, πως πλήθος παραδόσεις του συνεχίζουμε και ¬ προπάντων ¬ πως, στην εποχή του βυζαντινού κράτους, οι πατέρες της Εκκλησίας και οι Οικουμενικές σύνοδοι χάραξαν τις αρχές και τους κανόνες, όπου στηρίζεται και σήμερα η Ορθοδοξία.
ΕΙΝΑΙ αυτονόητο ¬ θα το ξαναπώ ¬ ότι δεν παραγνωρίζω διόλου τη συμβολή του κλήρου στην στήριξη του υπόδουλου γένους, πως θαυμάζω ¬ όπως άπειροι άλλοι ¬ τη βυζαντινή θρησκευτική τέχνη, αρχιτεκτονική, εικονογραφία, υμνογραφία. Αλλο, όμως, αυτό και άλλο οι κορώνες πως «ορθοδοξία και ελληνισμός είναι ταυτόσημοι». Ο βυζαντινός ιερός πόλεμος κατά των Ελλήνων, που κράτησε έντεκα αιώνες, απόδειξε πόσο τυφλώνει ο δογματικός φανατισμός, αλλά και πόσο ανέσπερη αλκή έχει ο ελληνικός πολιτισμός, αφού κατόρθωσε να επιβιώσει ακόμα κι όταν τον μαχόταν ανένδοτα η πιο κραταιή (μαζί με τον αυτοκράτορα) δύναμη του Βυζαντίου, η ιεραρχία...
Ας με συγχωρέσουν (πράγμα απίθανο) οι άγιοι πατέρες, αλλά... «ει μη φίλα λέγω, ουχ ήδομαι, το δ' ορθόν εξείρηχ' όμως» ¬ «αν δε λέω πράγματα ευχάριστα, λυπάμαι, είπα όμως την πάσα αλήθεια»4...
1. Ιστορία, Δβ', σελ. 6. ¬ 2. Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους (1933), σελ. 180. ¬ 3. Μεσαιωνικός βίος του Ελληνικού Εθνους, «Εστία», 1883, αριθ. 387. ¬ 4. Σοφοκλής, Τραχίνιαι, στ. 373.

Saturday, January 19, 2013

Περιούσιος λαος


Από τα Πρακτικά της Βουλής του 1911 η ρήση του Ελευθερίου Βενιζέλου:

«Μόνον οι δημαγωγούντες τους λαούς, οι θέλοντες να φέρωσιν αυτούς εις αποφάσεις ολεθρίας διά το μέλλον, λέγουσιν εις ένα λαόν, "Συ είσαι ο περιούσιος λαός, και όλα τα γινόμενα εις τον άλλον κόσμον, δ' εσέ δεν εφαρμόζονται". Οντες ο περιούσιος λαός, τον οποίον η εκάστοτε δημαγωγία διεκήρυσσεν, εφθάσαμεν, προ ετών, να γίνωμεν περιούσιος λαός εις τους λόγους και καταφρόνημα των λαών εις τα έργα».

Ας το έχουμε υπόψη μας όταν ακούμε διάφορα περί "εκλεκτών", "περιούσιων" λαών και "ιδιαιτεροτήτων" .

Thursday, November 8, 2012

Εμφύλιος χωρίς τέλος


Διάβασα τις προάλλες δυο κείμενα που τα χώριζε μεγάλη απόσταση στο χώρο, το χρόνο ίσως και το θέμα, αλλά που στο μυαλό μου ταίριαξαν μεταξύ τους σαν κομμάτια από παζλ.
Το πρώτο ήταν ένα άρθρο του Πλωρίτη με τίτλο «Τέλος στον εμφύλιο πόλεμο!» που δημοσιεύτηκε το 2004 στο Βήμα. Πάνω στο απόγειο της ολυμπιακής ευφορίας, ο Πλωρίτης έκανε λόγο για ένα ατελείωτο και ολέθριο εμφύλιο πόλεμο, τον πόλεμο ανάμεσα στο Κράτος και τον Πολίτη:

"[...] Από τα πρώτα βήματα της ελεύθερης ελληνικής πολιτείας - όποιο πολίτευμα, κυβέρνηση, κόμμα κι αν την διαφέντευαν - σοβούσε και σοβεί αυτός ο ακήρυκτος θανατερός πόλεμος ανάμεσα σε δυο μόνιμους εχθρούς: την εξουσία, μεγάλη ή μικρή, και τον εξουσιαζόμενο. Δεν είναι θέμα πολιτικής, κοινωνικής, ιδεολογικής, ταξικής αντίθεσης. Είναι θέμα αντίληψης του τρόπου άσκησης της κρατικής δικαιοδοσίας απ' όσους την κατέχουν και πρόσληψής της απ' όσους την υφίστανται. Αυτής της δικαιοδοσίας, που αντιμετωπίζει τα άτομα σαν εξ ορισμού πρόβατα επί σφαγήν, αφαίμαξιν, εκδοράν, καταπίεσιν, αλλά και σαν άτυπη συμμορία κλεφτών, απατεώνων, κάλπηδων, πλαστογράφων, ληστοφυγόδικων... που τους δημιουργεί τη (δικαιολογημένη) πεποίθηση πως το κράτος είναι άδικο, αλλοπρόσαλλο, σατραπικό, εκβιαστικό, εκμεταλλευτικό, άσπλαχνο... και, συνακόλουθα, τους εξωθεί να ψεύδονται, να παραποιούν, να αποκρύβουν, να λαδώνουν, να δωροδοκούν, για ν' αμυνθούν και να γλιτώσουν, λίγα ή πολλά, απ' τις αρπάγες των «επίσημων» λαφυραγωγών.
Αυτή είναι η καθημερινή τρομοκρατία που ασκούν αμέτρητοι, ανώνυμοι, ανεύθυνοι μικρο-Μπιν Λάντεν πάνω σ' όποιον έχει ακόμη και την ελάχιστη δοσοληψία με τη δημόσια, δημοτική ή όποιαν άλλη ντόπια Αλ Κάιντα.
Και το ακόμα χειρότερο: αυτή είναι η βαθύτερη διαφθορά του κοινωνικού ιστού: το κράτος θεωρεί τους πολίτες θηράματα και θηράματα ανήθικα - οι πολίτες θεωρούν το κράτος ανήθικο δήμιο. Και επειδή - κατά την τρέχουσα αντίληψη - η ανηθικότητα αντιμετωπίζεται μόνο με ανηθικότητα, ο ανηθικισμός διαποτίζει ολόκληρο το κοινωνικό σώμα...
ΠΟΙΟΣ θα μπορέσει να βάλει τέλος σ' αυτό τον εμφύλιο πόλεμο της «θεσμοποιημένης» ανηθικότητας και διαφθοράς, που επιπλέον δυναμιτίζει την εθνική οικονομία, ακρωτηριάζει την ιδιωτική πρωτοβουλία, διασύρει τους θεσμούς και, προπάντων, δηλητηριάζει τις σχέσεις πολίτη και κράτους, και σαπίζει το ήθος όλου του τόπου;
Ποιος θα κατορθώσει να γκρεμίσει το κυριότερο βάθρο αυτής της Σφίγγας - την πολυνομία - που, με τους απέραντους λαβυρίνθους της αλαλιάζει τους πολίτες και με τ' αμέτρητα «παράθυρά» της δίνει την ευκαιρία σε ουκ ολίγους «αρμόδιους» ν' απομυζούν τους πελαγωμένους δουλοπαροίκους τους; «Νόμος ο πάντων βασιλεύς» , έλεγε ο Πίνδαρος - αλλά οι πολλοί νόμοι γίνονται των πάντων δυνάστες, τύραννοι, παγίδες, δολώματα άνομου πλουτισμού. «Οσο πιο διεφθαρμένη είναι μια πολιτεία, τόσο περισσότερους νόμους έχει», έγραφε ο Τάκιτος. Κι αν κρίνουμε απ' τον υπερπληθωρισμό της δικής μας νομοθεσίας, η πολιτεία μας πρέπει να είναι ο παγκόσμιος ομφαλός της διαφθοράς... [...]"

Ας κρατήσουμε από τα παραπάνω την (προφανή στις μέρες μας) διαπίστωση, ότι η σχέση κεντρικής εξουσίας και πολιτών στην Ελλάδα είναι βαθύτατα τραυματισμένη και, πιθανότατα, ποτέ στη σύγχρονη ιστορία μας δεν υπήρξε αρμονική.

Το δεύτερο κείμενο ήταν μια κριτική βιβλίου απο το New York Books Review, συντάκτης της οποίας είναι ο Jared Diamond (καθηγητής στο UCLA και συγγραφέας) και αφορά το βιβλίο “Why Nations fail: The Origins of Power, Prosperity and Poverty”. Το βιβλίο επιχειρεί να διερευνήσει ποιοί παράγοντες οδηγούν ένα κράτος στην ευημερία ή τη φτώχεια.

Το άρθρο ξεκινάει αναφέροντας το παράδειγμα της πόλης Nogales, στα σύνορα Μεξικού και ΗΠΑ. Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι η πόλη αυτή αποτελεί ένα ενδιαφέρον φυσικό πείραμα οργάνωσης κοινωνιών, καθότι είναι χωρισμένη στα δυο, με το ένα τμήμα της να ανήκει στην Αμερική και το άλλο στο Μεξικό. Στην Αμερικάνικη πλευρά το μέσο εισόδημα και το προσδόκιμο ζωής είναι υψηλότερα, η εγκληματικότητα και η διαφθορά χαμηλότερες, οι υπηρεσίες και οι υποδομές πολύ καλύτερες. Δεδομένου ότι οι γεωγραφικές συνθήκες, και τα φυλετικά χαρακτηριστικά των κατοίκων των δύο πόλεων είναι πανομοιότυπα, οι διαφορές αυτές μπορούν να εξηγηθούν σαν αντανάκλαση των πολιτικών και οικονομικών θεσμών των ΗΠΑ και του Μεξικού. Η ύπαρξη καλών θεσμών, δηλαδή νόμων και πολιτικών που δίνουν κίνητρο στον κόσμο να εργαστεί περισσότερο, να γίνουν παραγωγικότεροι οδηγούν στην ατομική και συλλογική ευημερία. Παρόμοια συμπεράσματα προκύπτουν με τη σύγκριση Βόρειας και Νότιας Κορέας ή Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας παλαιότερα.

Πολύ καλά ως εδώ: συμφωνούμε ότι η ποιότητα των θεσμών μιας χώρας καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ευημερία της. Τίθεται τότε το ερώτημα, γιατί κάποιες χώρες έχουν καλούς θεσμούς και άλλες όχι; Η απάντηση που δίνεται είναι σαφής: Ο καθοριστικότερος παράγοντας είναι η ιστορική διάρκεια ύπαρξης κεντρικής κυβέρνησης σε ένα τόπο. Η μακρά παράδοση σε οργάνωση κεντρικής κυβέρνησης διευκολύνει την ύπαρξη καλών θεσμών (αλλά δεν την εγγυάται). Αντίθετα, σε κοινωνίες με σύντομη ιστορία σε τέτοιου τύπου κυβέρνησης η εμφάνιση καλών θεσμών είναι απίθανη. Δε μπορούμε ξαφνικά να εισάγουμε ένα τέτοιο σύστημα κυβέρνησης σε κάποιο λαό χωρίς σχετική παράδοση και να περιμένουμε ο κόσμος να το υιοθετήσει και να ξεμάθει μια μακρά ιστορία απλοικότερων μορφών οργάνωσης.

Το άρθρο εξετάζει διάφορους άλλους παράγοντες που επηρεάζουν τον πλούτο των κρατών και αξίζει να το διαβάσει κανείς ολόκληρο, αλλά για να προχωρήσω τη σκέψη μου, μου αρκεί η άποψη ότι ο σημαντικότερος από τους παράγοντες αυτούς είναι η σχέση ενός λαού με την κεντρική εξουσία, δηλαδή με το κράτος.

Aς συνδιάσουμε τα παραπάνω: Ο Πλωρίτης μας λέει ότι ο ελληνικός λαός βρίσκεται, σε όλη τη σύγχρονη ιστορία του, σε ανοιχτό πόλεμο με το κράτος και ο κύριος Diamond στο άρθρο του μας λέει οτι αυτός είναι ο ασφαλέστερος δρόμος για την κόλαση. Voila, το παζλ της συμφοράς σχηματίστηκε!

Τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι σε αυτόν τον πολύπαθο τόπο. Κάποτε έζησαν εδώ άνθρωποι που σκέφτονταν πολύ διαφορετικά. Δεν θεωρούσαν τον νόμο ένα ενοχλητικό εμπόδιο που θα πρέπει να παρακάμψουν, αλλά σημείο υπεροχής του πολιτισμού τους: Όταν ο Ξέρξης ρώτησε πως μπορούν οι Έλληνες, ένας μικρός λαός, να αντιμετωπίσουν τον τεράστιο στρατό του, ένας Σπαρτιάτης του απάντησε: «Επειδή έχουν έναν αρχηγό τον οποίο τρέμουν ακόμα περισσότερο απ’ ότι τρέμουν εσένα οι υποτελείς σου. Ο αρχηγός αυτός είναι ο Νόμος.»[1]

Δεν αντιλαμβάνονταν την πολιτεία σα μια συνάθροιση ατομικών συμφερόντων (ενίοτε αντικρουόμενων), αλλά σαν ένα οργανισμό που προσβλέπει στο συλλογικό καλό, μέσω του οποίου ωφελούνται τα άτομα. Ο Περικλής διατράνωνε ότι αν μια πολιτεία ευημερεί, εξυπηρετεί πολύ καλύτερα τους πολίτες παρά όταν οι πολίτες ευτυχούν ο καθένας χωριστά, αλλά η πολιτεία στο σύνολο της δυστυχεί. [2]

Eκείνοι, βέβαια, δικαιώθηκαν και αποτελούν για χιλιάδες χρόνια πηγή έμπνευσης. Αλίμονο στους απογόνους τους που αρέσκονται να κομπάζουν για την καταγωγή τους αλλά περιφρονούν τη σοφία που τους κληροδοτήθηκε!


[1] Ηρόδοτος, βιβλίο Η
[2] Θουκυδίδη Ιστορίαι, βιβλίο Β, 60


Υ.Γ: Ένα σημείο του άρθρου του NY Books που έχει πολύ «ζουμί», είναι η παρατήρηση ότι: «Δεν μπορούμε ξαφνικά να εισάγουμε ενα τέτοιο σύστημα κυβέρνησης σε ενα λαό χωρίς σχετική παράδοση και να περιμένουμε ο κόσμος να το υιοθετήσει και να ξεμάθει μια μακρά ιστορία απλοικότερων μορφών οργάνωσης». Αυτό το σημείο οι Δυτικοί συχνά το ξεχνούν και παρασυρμένοι από τη δική τους πρόοδο θεωρούν ότι αν το μοντέλο τους διδαχθεί ή επιβληθεί σε λιγότερο αναπτυγμένες κοινωνίες, αυτές θα σημειώσουν ραγδαία πρόοδο. Δυστυχώς τα πράγματα δεν έχουν αποδειχθεί τόσο απλά και οι προσπάθειες να επιταχυνθούν οι εξελίξεις με αυτόν τον τρόπο είναι συνήθως αποτυχημένες και οδηγούν σε εντάσεις. Οι λαοί δύσκολα αλλάζουν τις συνήθειες τους και δυσκολότερα δέχονται νουθεσίες ή καθοδήγηση από ξένους. Φαίνεται ότι κάθε κοινωνία είναι καταδικασμένη να περάσει μόνη της τα στάδια ωρίμανσης, να ακολουθήσει τα δικά της βήματα εξέλιξης και να βγάλει τα συμπεράσματα της. Δεν γίνεται να κόψει δρόμο διδασκόμενη από τις εμπειρίες άλλων (όπως άλλωστε συνήθως συμβαίνει και με τους ανθρώπους). Συνεπώς, ακόμα και αν συμφωνήσουμε ότι η ρίζα του ελληνικού προβλήματος δεν είναι απλώς κάποιες επιμέρους οικονομικές πολιτικές, ή κάποιες καταστροφικές πολιτικές επιλογές, αλλά ο προβληματικός τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική συνύπαρξη και την λειτουργία της πολιτείας (ο εμφύλιος του Πλωρίτη δηλαδή), και πάλι ο δρόμος για την ανά(σ)ταση είναι μακρύς. Θα πάρει χρόνο, για παράδειγμα, ώσπου να κοπάσει ο εμφύλιος και ακόμα περισσότερο για να επουλωθούν οι πληγές που αφήνει. Αυτή τη στιγμή, που φαντάζει σχεδόν αδύνατο να αποκατασταθεί μια minimum εμπιστοσύνη μεταξύ κράτους και πολιτών, θα βοηθούσε τουλάχιστον να κατανοήσουμε την απόλυτη αναγκαιότητα αυτής της εμπιστοσύνης.
Όσο μακρυά και αν βρίσκεται η λύση, τουλάχιστον θα έχουμε στρέψει το μέτωπο προς το μέρος της και τα βήματα μας θα μας πηγαίνουν σε εκείνη.

Wednesday, September 19, 2012

Μια δικτατορία θα μας σώσει

Η άποψη ότι «ένας δικτάτορας θα μας σώσει» ή «ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται» είχε ανέκαθεν απήχηση σε ένα σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινής γνώμης, ακόμα και σε καιρούς πολύ καλύτερους από τους τωρινούς που η οργή και η σύγχιση μετέτρεψαν την Χ.Α από μια ασήμαντη παρέα περιθωριακών σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη.
Σκαλίζοντας ανάμεσα σε παλιά άρθρα του Μ. Πλωρίτη, έπεσα πάνω σε ένα του 2002 που αναφέρεται σε αυτό το θέμα. Αφορμή ήταν μια έρευνα του «Βήματος», που εν μέσω προ-ολυμπιακής ευφορίας, κατέγραψε μεγάλα ποσοστά νοσταλγών του ολοκληρωτισμού.

Ιδού οι σκέψεις του:

Ο δικτατορικός Παράδεισος

* Τα ίδια τα πρωτοπαλίκαρα της δικτατορίας έχουν αποκαλύψει τη διαφθορά, την απάτη και τη βαρβαρότητα του απριλιανού άγους

ΔΕΝ έφτανε που, σύμφωνα με έρευνα του «Βήματος» (21.4), το 20,7% απ' τους ερωτηθέντες απεφάνθη πως η απριλιανή δικτατορία «έκανε καλό» στην Ελλάδα κι άλλο ένα 19,8% πως «ούτε καλό έκανε ούτε κακό». (Σύνολο 40,5%). Νεότερη έρευνα της εφημερίδας (23.4) προσκόμισε ακόμα πιο φωτερά αποτελέσματα, όχι πια για το παρελθόν αλλά για το μέλλον: το 13,2% πιστεύει «απόλυτα» πως «μόνο μια δικτατορία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα διαφθοράς που παρατηρούνται στη χώρα» και ένα 7,3% «μάλλον συμφωνεί» μαζί τους (Σύνολο 20,5%).
Ηγουν: τέσσερις στους δέκα Ελληνες θεωρούν πως η στρατιωτική τυραννία στάθηκε ευεργετική ή έστω ανώδυνη, ενώ ένας στους πέντε πιστεύει πως μια (νέα) δικτατορία θα ήταν εθνοσωτήρια. Δηλαδή, θα εξασφάλιζε διοίκηση έντιμη και αποτελεσματική, δίκαιη και εξυπηρετική των εθνικών συμφερόντων.
Επειδή, λοιπόν, φαίνεται πως ορισμένων «η κρίση έφυγε να πάει σε κτήνη αναίσθητα κι αυτοί έχασαν το νου τους» [1], ανάγκη να τους θυμίσουμε ή να τους πληροφορήσουμε τι «μάννα εξ ουρανού» στάθηκε η πεφιλιμένη τους δικτατορία για τη χώρα - όπως και για κάθε χώρα. Και κριτές και μάρτυρες δεν θα καλέσουμε τους «κακόπιστους» πολέμιους της τότε και πάσης δικτατορίας, αλλά τους ίδιους τους δικτάτορες και τα πρωτοπαλίκαρά τους.
ΠΕΡΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ, ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ. Το μέγα επιχείρημα των εθνοσωτήρων ήταν ο «επικείμενος κομμουνιστικός κίνδυνος», που θα «υποδούλωνε τη χώρα».
Αλίμονο, όμως! Τον ισχυρισμό τους τον διέψευσαν κατηγορηματικά όχι μόνο ο άπεφθος «τέως», λέγοντας στη Ρώμη (μετά το αποτυχημένο αντιπραξικόπημά του της 13.12.67) πως η χούντα «δεν κατόρθωσε να προσκομίση καμμίαν απόδειξιν περί υπάρξεως κάποιας παρανόμου ενόπλου ομάδος, η οποία ήτο έτοιμη να επαναστατήση», αλλά και αυτός ούτος ο πανέντιμος αρχιπραξικοπηματίας Γ. Παπαδόπουλος: «Στα χρόνια πριν από την κατάληψιν της εξουσίας (21.4), η δημοκρατία στην Ελλάδα δεν εκινδύνευε να ανατραπή από την άμεση δράση του κομμουνισμού»[2].
Για να ολοκληρωθεί, όμως, η απάτη, οι στασιαστές πρόσθεσαν και την παραχάραξη: ο σεπτός «τέως» δήλωνε, στο διάγγελμά του της 13.12.67: «Η κατάστασις της 21 Απριλίου επλαστογράφησε ακόμη και το όνομά μου» στο Β. Διάταγμα που κήρυττε στον Στρατιωτικό Νόμο...
ΠΕΡΙ ΗΘΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ. Οπως φαντάζονται οι σημερινοί εραστές της δικτατορίας, έτσι και οι απριλιανοί δράστες της αυτοπαρουσιάζονταν σαν θεραπευτές πάσης νόσου και πάσης διαφθοράς του κοινοβουλευτισμού.
Το «περίεργο» είναι πως οι ίδιοι διαπρέψανε όσο κανένας άλλος σ' αυτό το άθλημα - αν πιστέψουμε τους δικούς τους αδαμάντινους λόγους:

Ο περινούστατος Παττακός λ.χ. έγραφε σε έκθεσή του της 7.8.1968 προς τον «αδελφό» του Παπαδόπουλο: «Υπάρχει ανηθικότης, αδικία, νεποτισμός... Η "χούντα" (sic) καλοπερνά... κλέβει... φιλοξενείται». Και ο έτερος «αδελφός» Ν. Μακαρέζος δήλωνε τον Νοέμβριο 1973: «Ευτελής ποιότης και κακοσμία μεθόδων, αι οποίαι προσιδιάζουν σε φασιστικά καθεστώτα»... Ενώ ένα άλλο πρωτοπαλίκαρο, ο Δ. Σταματόπουλος, έφριττε, τον ίδιο μήνα, για την «συσσωρευθείσα κόπρον του Αυγείου»... Λίγο αργότερα (12.12.73) ο «υπουργός» Δικαιοσύνης Σπ. Τριανταφύλλου μιλούσε για «περιπτώσεις οικονομικών σκανδάλων, χαριστικών παροχών και παρανόμων πλουτισμών υπό προσώπων αναμιχθέντων εις την διαχείρισιν των κοινών κατά τα τελευταία έτη»... Ακόμα και ο υμνωδός πάσης δικτατορίας Σάββας Κωνσταντόπουλος έγραφε στην εφημερίδα του «Ελεύθερος Κόσμος» (3.2.1974): «Το καθεστώς περιεβάλλετο από ατμόσφαιραν βαρείαν, ασφυκτικήν θα ελέγαμεν, περί σκανδάλων και ατασθαλιών... έχει υποστή ηθικήν φθοράν βαρείας μορφής... Χρειάζεται ισχυρότατον απορρυπαντικόν»...
ΠΕΡΙ ΑΨΟΓΟΥ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ. Οι νυν τυραννολάτρες νομίζουν πως η δικτατορία (η παρελθούσα και κάποια μέλλουσα) εξασφαλίζει την άρτια και τελεσφόρα λειτουργία του κράτους.
Κάπως διαφορετικός, όμως, ήταν ο απολογισμός της απριλιανής τοιαύτης - κατά τους αρχισυμμορίτες πάντα:

«Η γραφειοκρατία και ο μανδαρινισμός ευρίσκονται και πάλιν εις την δόξαν των», έγραφε ο Παττακός στην παραπάνω έκθεσή του... «Χρησιμοποιούνται σε θέσεις κλειδιά τα πλέον φαυλοκρατικά πρόσωπα», πρόσθετε ο «υπουργός» Δ. Ματθαίου (Νοέμ. 1973)... Ο «πρωθυπουργός» της δικτατορίας Νο 2, Α. Ανδριτσόπουλος, στις προγραμματικές δηλώσεις του (28.11.73), κατάγγελνε την «πλήρη αδυναμίαν λειτουργίας της Πολιτείας», προσθέτοντας: «Οι θεσμοί, αντί να υπηρετούν τον λαόν, μετετρέποντο απροσχηματίστως εις μέσα διατηρήσεως και ανεξελέγκτου ασκήσεως της εξουσίας»... Και ο «θεωρητικός» της δικτατορίας Γ. Γεωργαλάς (άρθρα του 1972 κε) συνόψιζε: «Δεν υπάρχει πουθενά ούτε εξουσία ούτε ευθύνη και, συνεπώς, ούτε αποτέλεσμα... Ολα εφθάρησαν... Σαν έθνος, ζούμε την Ωρα Μηδέν»...
Ο ΧΩΡΟΣ δεν επιτρέπει να επεκταθούμε και σε άλλους τομείς. Αλλά και μόνες οι «ρήσεις» που παράθεσα, φτάνουν να καταδείξουν το ποιον και το ήθος των τυραννίσκων που - κατά τη δική της ομολογία - στήριξαν την υποκλαπείσα εξουσία τους στην απάτη και την πλαστογραφία, στην ανηθικότητα και την αρπαγή, στα σκάνδαλα και τις ατασθαλίες, στη φαυλοκρατία και στην τρομοκρατία, για να καταβασανίσουν, λεηλατήσουν, εξευτελίσουν τη χώρα και τον λαό, και να οδηγήσουν τελικά στην εσαεί ανεπούλωτη κυπριακή τραγωδία.
Ή μήπως θα μας πουν πως μια άλλη από άλλους δικτατορία θα είναι καλύτερη, τιμιότερη, ικανότερη; Οι δικτατορίες έχουν, παντού και πάντα, τα ίδια κι απαράλλακτα ειδεχθή χαρακτηριστικά - και ο λόγος του λόρδου Ακτον ισχύει χωρίς καμιάν εξαίρεση: «Η εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Και καταλήγει πάντα σε απόλυτες καταστροφές. Οσοι δεν έχουν χάσει μνήμη και κρίση, ας αναλογιστούν πού οδήγησαν οι τυραννίες των Χίτλερ, των Μουσσολίνι, των Στάλιν, των Πινοσέτ, των Παπαδόπουλων και όλων των άλλων ουρανόσταλτων αρχαγγέλων του πατριωτισμού και του εθνικού καθαρμού... Αυτά θέλουν να ζήσουν ή να ξαναζήσουν;
....................
[1]. Σαίξπηρ, Ιούλιος Καίσαρας, Πράξη Γ´, σκηνή 2, στ. 106. - [2]. Συνέντευξή του στην «Sunday Telegraph», 2.8.1970.

(Το Βήμα, 04/05/2002)

Πάντα είχαμε λόγους να είμαστε δυσαρεστημένοι από την Πολιτεία μας και να επιθυμούμε να αλλάξει, προφανώς προς το καλύτερο. Το αξιοπερίεργο (και ανησυχητικό) είναι ότι, πολλοί από εμάς, σαν απάντηση στην κακής ποιότητας δημοκρατία θεωρούμε τη δικτατορία, αντί για μια βελτιωμένη εκδοχή της δημοκρατίας.
Μερικές αιτίες που μπορώ να φανταστώ:
1. Όπως προκύπτει από τα γραφώμενα του Πλωρίτη, η ιστορική άγνοια και η ασθενής μνήμη. Οι θιασώτες του ολοκληρωτισμού δεν γνωρίζουν ή ξεχνούν, ότι οι επιδόσεις των καθεστώτων αυτών στα προβλήματα που υποτίθεται ότι ανέλαβαν να λύσουν δεν ήταν καθόλου καλύτερες ακόμα και από τις κακές δημοκρατίες.
2. Πολιτική οκνηρία. Μια καλή δημοκρατία προϋποθέτει ενεργούς πολίτες σε διαρκή εγρήγορση. Είναι πολύ βολικότερο να περιμένουμε από έναν «πεφωτισμένο» δικτάτορα να λύσει όλα μας τα προβλήματα και αν αποτύχει να τον βρίζουμε, παρά να αναλάβουμε τις ευθύνες μας σαν πολίτες.
3. Έλλειμμα δημοκρατικού πολιτισμού. Οι περίοδοι δημοκρατικής ομαλότητας στην ιστορία της Ελλάδας είναι η εξαίρεση παρά ο κανόνας, οπότε πιθανόν ένα τμήμα της κοινωνίας να μην έχει αφομοιώσει τους κανόνες της, τις απαιτήσεις της, τις προϋποθέσεις ομαλής λειτουργίας της και τα ευεργετήματα της.

Ένα είναι βέβαιο: η επανάληψη των ίδιων λαθών είναι, όχι μόνο ολέθρια, αλλά και βαρετή. Μακάρι να είχαμε μερικούς Πλωρίτηδες για να μας θυμίζουν αυτά που θα έπρεπε να είναι γνωστά και αυτονόητα.

Friday, May 25, 2012

Η Κατάρα του Αλκιβιάδη

Έγραφε το 1997 ο ασύγκριτος Μάριος Πλωρίτης σε άρθρο του στο «ΒΗΜΑ»:

[...] Την ώρα της μοιραίας εκστρατείας των Αθηναίων στη Σικελία που ο ίδιος είχε υποκινήσει [ο Αλκιβιάδης] , εκείνος ο πιο αμφιλεγόμενος και «χαρισματικός» αρχαίος πολιτικός, κατηγορήθηκε για ιεροσυλία και, αντί να γυρίσει στην Αθήνα και ν' απολογηθεί, κατέφυγε στους «αιώνιους» αντιπάλους της πατρίδας του, τους Σπαρτιάτες. Οπου και έγινε «λακωνικότερος των Λακώνων», δίνοντάς τους πολύτιμες πληροφορίες και συμβουλές για τον πόλεμο κατά της πατρίδας του ενώ, παρεμπιπτόντως, «αποπλανούσε» στα κρυφά τη γυναίκα του βασιλιά Αγι, αφήνοντάς την και έγκυο...

Αλλά δεν άργησε να προδώσει και τους καινούργιους «φίλους» του και, δραπετεύοντας απ' τις όχθες του Ευρώτα, βρήκε άσυλο στον πέρση σατράπη Τισαφέρνη. Με αντάλλαγμα τι άλλο; συμβουλές εναντίον και των δύο Ελλήνων αντιμάχων, της Σπάρτης ου μην αλλά και της Αθήνας!

«Συμβούλευε, λέει ο Θουκυδίδης, τον Τισαφέρνη να μη βιαστεί να τελειώσει τον (πελοποννησιακό) πόλεμο, να μη φέρει τα φοινικικά πλοία που ετοίμαζε (για τους Σπαρτιάτες), ούτε να προσφέρει χρήματα για περισσότερους Ελληνες μισθοφόρους. Και τούτο για να μη δώσει στον έναν αντίπαλο (τη Σπάρτη) την κυριαρχία και στη στεριά και στη θάλασσα. Αλλ' αντίθετα, ν' αφήσει την κυριαρχία μοιρασμένη στους δυο αντιπάλους (στην Αθήνα τη θάλασσα, στη Σπάρτη την ξηρά), ώστε να μπορεί ο πέρσης βασιλιάς (ο Δαρείος Β'), όταν τον ενοχλεί ο ένας τους, να ξεσηκώνει τον άλλον εναντίον του» (... «έχειν δ' αμφοτέρους εάν δίχα την αρχήν, και βασιλεί εξείναι αεί επί τους αυτούς λυπηρούς τους ετέρους επάγειν»).
«Αν όμως, συνέχιζε τη συλλογιστική του ο Αλκιβιάδης, ο ένας απ' τους δυο έχει την απόλυτη κυριαρχία στην ξηρά και τη θάλασσα, τότε ο βασιλιάς δεν θα έβρισκε συμμάχους για να γκρεμίσει αυτή τη μεγάλη δύναμη, εκτός αν αποφάσιζε ν' αναλάβει μόνος του τον αγώνα εναντίον της, με μεγάλα έξοδα και κινδύνους. Το πιο απλό, συμπέραινε ο συμβουλάτορας, το πιο οικονομικό και το πιο σίγουρο, θα ήταν ν' αφήσει τους Ελληνες ν' αφανίζονται αναμεταξύ τους» («Ευτελέστερον δε τάδ' είναι βραχεί μορίω της δαπάνης και άμα της μεθ' εαυτού ασφαλείας, αυτούς περί εαυτούς τους Ελληνας κατατρίψαι»). [...]


Λες και τα λόγια του Αλκιβιάδη πλανώνται από τότε, σαν κατάρα, πάνω από τα κεφάλια μας. Κατάρα που ποτέ δεν μπορέσαμε να εξορκίσουμε. Αναρωτιέμαι, ποιός τρομερός εχθρός, ποιά φοβερή απειλή θα ήταν ικανή να κάνει τους έλληνες να ομονοήσουν, να συστρατευθούν για το κοινό καλό; Υπάρχει τρόμος αρκετά μεγάλος για να πετύχει αυτό το θαύμα;

Ακόμα και τώρα που:
- η χρεοκοπία της χώρας είναι βέβαιη και το μόνο που αναζητείται είναι η ονομασία που θα της δωθεί,
- το κέντρο της Αθήνας έχει μετατραπεί σε γκέτο έχοντας γίνει πιό επικίνδυνο και από τις φαβέλες της Λατινικής Αμερικής,
- που η λέξη «Έλληνας» στο εξωτερικό προκαλεί μειδίασμα ή οίκτο,
- που σχεδόν άπαντες συμφωνούν, ότι η Κρίση που μας σαρώνει δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά καθολική και δομική: Κρίση παιδείας, Κρίση πολιτική, κοινωνική και ό,τι ακόμα προστεθεί υπερβολή δεν θα είναι,
ακόμα και τώρα που συμβαίνουν όλα αυτά, και πολλά άλλα ακόμα, που επιβεβαιώνουν την ολική κατάρρευση του σαθρού μας συστήματος με αποτέλεσμα να απειλείται η ίδια μας η υπόσταση ως ανεπτυγμένη κοινωνία, ακόμα και τώρα οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις αρνούνται και να διανουθούν την πιθανότητα ουσιαστικής συνεργασίας. Αν όχι τώρα, πότε λοιπόν;

Τι από τα παρακάτω συμβαίνει;
α) Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της απειλής;
β) Θεωρούμε ότι η φυλή μας ολοκλήρωσε τον ιστορικό της κύκλο και περιμένουμε καρτερικά το τέλος;
γ) Η στάση του Αλκιβιάδη αποτελεί το αρχέτυπο της ελληνικού «τρόπου»: Εγώ να βολευτώ και οι άλλοι ας κόψουν τον λαιμό τους, και τα περί πατριωτισμού είναι ένας ακόμα μύθος της ευφάνταστης μυθολογίας μας;

Saturday, March 31, 2012

Εθνικές αντιφάσεις, ιδιοσυγκρασιακές αντινομίες και νεοελληνική σχιζοφρένεια.



Σε μια συνέντευξή του [1], ο Κορνήλιος Καστοριάδης παρατηρούσε:
“Στην Ελλάδα […] υπάρχει η θεμελιώδης αντινομία, την οποία ο νεότερος ελληνισμός δεν κατάφερε ποτέ του να λύσει. Εννοώ αυτή την καταπληκτικά αντιφατική επίκληση δύο παραδόσεων τελείως ασυμβίβαστων μεταξύ τους: της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και, ταυτοχρόνως, της βυζαντινής.
Ή θεωρεί κανείς σημείο αφετηρίας τον Επιτάφιο του Περικλή ή είναι με τους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Ή θεωρούμε την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία πρότυπο και σπέρμα ή είμαστε με τη βυζαντινή θεοκρατία.
Όμως τα δύο μαζί δεν συμβιβάζονται.




Ο Μάριος Πλωρίτης αναλύει την αντίφαση αυτή στο άρθρο του Περί «ελληνοχριστιανισμού» ή ο κληρικός ανθελληνισμός της Βυζαντινής αυτοκρατορίας:

"H ορθοδοξία και ελληνισμός δεν είναι έννοιες ταυτόσημες

ΟΛΕΣ αυτές τις μέρες του ιερού περί ταυτοτήτων πολέμου, οι σύγχρονοι σταυροφόροι, από του ανωτάτου μέχρι του κατωτάτου, κρα­δαίνουν αδιάκοπα τα συνθήματα: «Η Ορθοδο­ξία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας των Ελλήνων»... «Χριστιανική Εκκλησία και Ελληνικό Εθνος είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες» και τα παρόμοια.
Αξίζει, λοιπόν, να δούμε πόσο αληθεύουν αυτά τα «σλόγκαν». Και, για τούτο, ας γυρίσουμε πίσω στις ρίζες, στην εποχή όπου ο Χριστιανισμός καθιερώθηκε ως επίσημη θρησκεία του Βυζαντινού κράτους, και θεμελιώθηκε η συνύπαρξη κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ αρχίζει με μια γοερή αντίφαση: Οι Βυζαντινοί ένιωθαν συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων, διατηρούσαν πάμπολλα έθιμα τους, μιλούσαν τη γλώσσα τους, οι λόγιοι τους μελετούσαν την αρχαία Γραμματεία, τη «συντηρούσαν» αντιγράφοντας τα κείμενα της. Και, γι' αυτό το τελευταίο, τους χρωστάμε άπειρες χάρες, αφού χωρίς τον δικό τους μόχθο, μεγάλο μέρος του αρχαίου θησαυρού θα είχε χαθεί για πάντα.
Απ' την άλλη, όμως, αποστρέφονταν την Ελλάδα και τους Έλληνες, επειδή τους ταύτιζαν με την επάρατη ειδωλολατρία, τον εχθρό και αλλοτινό διώκτη της χριστιανικής θρησκείας. Έτσι, έγιναν αυτοί διώκτες ανελέητοι των παλιών διωκτών τους. Και, φυσικά, πρωταρχικό ρόλο στο μίσος κατά «παντός του ελληνικού» και στον λυσσαλέο κατατρεγμό του, έπαιξε η Εκκλησία, που ήταν ο φορέας και λειτουργός της νέας θρησκείας και ο μοναδικός σχεδόν πνευματι­κός οδηγητής των Βυζαντινών.
Η πρώτη τους κίνηση ήταν να καταστρέφουν τους ναούς και τα αγάλματα των Ελλήνων στερώντας, έτσι, τον κόσμο από ανεπανάληπτα δημιουργήματα της αρχαίας τέχνης, για να μη μείνη ίχνος από τη «βδελυρή θρησκεία των ειδώλων», Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, πρωτοστάτησε, το 391, στην πυρπόληση της βιβλιοθήκης του Σεραπείου, με τους 42.000 τόμους της μοναδική κιβωτό της αρχαίας γνώσης και λογοτεχνίας... Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α' κατάργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες (395) και ο πολύς Ιουστινιανός έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας (529)...

Και να ήταν μόνο τα άψυχα; Οι πρόδρομοι των σημερινών ζηλωτών επιδόθηκαν σε φοβερούς διωγμούς και σφαγές των «εθνι­κών», που τις ομολογούν και οι χριστιανοί χρονικογράφοι... Ο ελληνολάτρης αυτοκράτορας Ιουλιανός όχι μόνο συκοφαντήθηκε και αναθεματίσθηκε σαν «αποστάτης» και «παραβάτης» αλλά και δολοφονήθηκε (πιθανότατα) από χρι­στιανό, ενώ πολεμούσε εναντίον των Περσών... Ο ανεψιός και διάδοχος του πατριάρχη Θεόφιλου, ο Κύριλλος, θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της σπουδαίας νεοπλατωνικής φιλοσόφου Υπατίας (415)... Και το 797, η Σύνοδος της Νικαίας αναθεμάτιζε όσους «μελετούσαν διεξοδικώς τα ελληνικά μαθήματα»...
ΑΚΟΜΑ και το όνομα «Έλλην» πήρε νόημα υβριστικό και αποκρουστικό. Το Βυζάντιο «πολέμιον υπελάμβανε (θεωρούσε εχθρικό) το των Ελλήνων όνομα, καθ' όσον ανέκαθεν το όνομα τούτο εταυτίσθη μετά της εννοίας του ειδωλολάτρου», γράφει ο κάθε άλλο παρά «αντίχριστος», βέβαια ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος. «Ανόσιους, μυσαρούς, παμμίαρους» αποκαλούσαν τους Ελληνες οι αυτοκρατορικοί νόμοι και οι εκκλησιαστικοί πατέρες.
Ο Αθανάσιος κατακεραύνωνε τους «μιαρούς» Ελληνες... ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός στηλίτευσε την «κίβδηλον ποίησιν» των αρχαί­ων... και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούσε πως Χριστιανισμός και Ελληνισμός είναι ασυμβίβαστοι, διαφωνώντας με τους νυν ελληνοχρι­στιανικούς κήρυκες...
«Το όνομα Ελλην κατήντησε θρησκευτικόν και ελέγετο περί μη χριστιανών και αν ακόμη ούτοι ήσαν Σαρακηνοί», λέει ο ιστορικός Κ. Αμαντος. Και, αυτό, όχι μόνο από τους τότε ζηλωτές και τις «θεούσες». Ακόμα και κορυφαί­οι διανοητές, όπως ο πατριάρχης Φώτιος (9ος αιώνας) έγραφε πως οι Ρώσοι, προτού εκχρι­στιανισθούν, είχαν «ελληνικήν και άθεον δόξαν», ενώ ο «πλατωνιστής» Μιχαήλ Ψελλός (11ος αιώνας) έλεγε πως οι Κινέζοι ήταν «Ελλη­νες το δόγμα»! Και όταν, το 968, απεσταλμένοι του Πάπα εγχείρισαν στον αυτοκράτορα Νικη­φόρο Φωκά γράμματα του Ποντιφηκα με την προσφώνηση «αυτοκράτωρ των Ελλήνων», ο Φωκάς τους έριξε στη φυλακή!

Από τον 13ο αιώνα, οι Έλληνες ανθρωπιστές του Βυζαντίου προσπάθησαν να ξαναδώ­σουν στα ονόματα «Ελλάς» και «Έλληνες» την παλιά τους αίγλη, και διεκδίκησαν την πνευματι­κή «κληρονομιά» της Αθήνας. Ωστόσο, αυτή η «αποκατάσταση» δεν εξάλειψε τον (κληρικό προπάντων) ανθελληνισμό ως το τέλος της αυτοκρατορίας. Ο μέγας λογοθέτης (πρωθυπουργός) του Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου, Θεόδωρος Μετοχίτης (αρχές 14ου αιώνα), θεωρούσε τους Έλληνες «εχθρούς του κρά­τους» και ευχόταν να «εξολοθρευθουν με την βοήθειαν του θεού», ενώ ο προοδευτικός θεο­λόγος Βαρλαάμ (14ος αιώνας) θα κατηγορη­θεί, ανάμεσα στ' άλλα, και σαν «ελληνομανής». Και ο Γεννάδιος Σχολάριος (ο κατοπινός πρώτος πατριάρχης της Τουρκοκρατίας), όταν ρωτήθηκε, τρία χρόνια πριν απ' την Άλωση, αν είναι Έλλην, απάντησε με αποστροφή: «... ει τις έροιτό μοι (αν με ρωτήσει κανείς) τις ειμί, αποκρινούμαι Χριστιανόν είναι».
Και ο ιστορικός Παύλος Καλλιγάς επιλέ­γει: «Αυτούς τους διώκοντας τον Χριστιανισμόν Τούρκους, αποκαλεί η Εκκλησία «νέους Ελληνας», διότι το όνομα Έλλην ήτο τότε συνώνυμον τω αντιχρίστω... Οι περισωθέντες επίσημοι αναθεματισμοί του ελληνικού ονόματος, αποδεικνύουν ότι οι ακαταλόγιστοι εκείνοι άνθρωποι ενόσουν (έπασχαν από) αληθή ελληνοφοβίαν»3...
Αυτά τα ολίγα. Εκτός αν οι σημερινοί «ελληνοχριστιανοί» υποστηρίζουν πως το Βυζάντιο δεν έχει σχέση με το ελληνικό έθνος - ξεχνώντας πως εκεί βρίσκονται οι απαρχές του νέου ελληνισμού, πως πλήθος παραδόσεις του συνεχίζουμε και - προπάντων - πως, στην εποχή του βυζαντινού κράτους, οι πατέρες της Εκκλησίας και οι Οικουμενικές σύνοδοι χάρα­ξαν τις αρχές και τους κανόνες, όπου στηρίζε­ται και σήμερα η Ορθοδοξία.
ΕΙΝΑΙ προφανές λοιπόν πώς δεν ισχύουν οι κορώνες «ορθοδοξία και ελληνισμός είναι ταυτόσημοι». Ο βυζαντινός ιερός πόλεμος κατά των Ελλήνων, που κράτησε έντεκα αιώνες, απόδειξε πόσο τυφλώνει ο δογματικός φανατισμός, αλλά και πόσο ανέσπερη αλκή έχει ο ελληνικός πολιτισμός, αφού κατόρθωσε να επι­βιώσει ακόμα κι όταν τον μαχόταν ανένδοτα η πιο κραταιή (μαζί με τον αυτοκράτορα) δύναμη του Βυζαντίου, η ιεραρχία..."


Πολύ φοβάμαι ότι η περίπτωση μας είναι ακόμα πιο περίπλοκη, καθώς η νεοελληνική σχιζοφρένεια περιλαμβάνει και τρίτο πόλο (εκτός της κλασσικής αρχαιότητας και του βυζαντίου): τα οθωμανικά κατάλοιπα, που όσο και αν προσπαθούμε να αποποιηθούμε φαίνεται ότι παραμένουν ισχυρά. Η ίδια η γλώσσα μας είναι αδιάψευστος μάρτυρας:
Η διαβόητη διαφθορά που αντιμετωπίζουμε συνίσταται σε μεγάλο βαθμό στο ρουσφέτι και το μπαξίσι. Οι γερμανοί μας κατηγορούν ότι παραείμαστε επιρρεπείς στο ραχάτι, ενώ το κράτος επιβάλλει χαράτσια ώστε να μη μπατιρήσει.

Έχουμε και λέμε (σύμφωνα με το ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη):
Ρουσφέτι: χαριστική πράξη, εκδούλευση. Προέρχεται από την τουρκική λέξη rűşvet (δωροδοκία).
Μπαξίσι: φιλοδώρημα, από την τουρκική λέξη bahşiş (δώρο).
Ραχάτι: τεμπελιά, από το τουρκικό rahat.
Μπατίρης: φτωχαδάκι, από το τουρκικό batirmak (βουλιάζω).
Χαράτσι: κεφαλικός φόρος, από το τουρκικό haraç.

Προφανώς το παρελθόν δεν μπορούμε να το διαγράψουμε, εφόσον όμως οι αναφορές μας είναι τόσο αντιφατικές, ωφείλουμε να επιλέξουμε από ποιές επιθυμούμε να εμπνεόμαστε και με βάση ποιές αξίες θα οικοδομήσουμε την κοινωνία μας.
Θέλουμε να θαυμάζουμε εκείνους που διαμόρφωσαν τη δημοκρατία, θεμελίωσαν τη φιλοσοφία και την ελεύθερη σκέψη, έδωσαν πνοή στις περισσότερες από τις γνωστές επιστήμες και αποθέωσαν τις τέχνες;
Ή προτιμάμε το αυτοκρατορικό μεγαλείο του Βυζαντίου, με την εκκλησία να έχει κυρίαρχο ρόλο στα του κράτους, με την ακόρεστη δίψα των πορφυρογέννητων για εξουσία, τις αλλεπάλληλες συνωμοσίες και την πνευματική στασιμότητα;
Ή θα επιμείνουμε στο ρουσφέτι, ώστε να παίζουμε ανενόχλητοι με το μπεγλέρι (τουρκ. beğleri). Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ας μην μας ενοχλεί που μας λένε μπουνταλάδες (τουρκ. budala).

Όλα, πάντως, δεν μπορούμε να τα έχουμε και όσο καθυστερούμε να διαλέξουμε, η χώρα θα μοιάζει περισσότερο με τσαντίρι (τουρκ. çadir) παρά με δημοκρατική πολιτεία.

Εύλογα, ο Κωστής Παπαγιώργης χαρακτηρίζει τα παραπάνω ως "άλυτο γρίφο" [2]:
"Αυτό που κατέστησε τη χώρα άλυτο γρίφο είναι το πού επιτέλους ανήκει. Είναι χώρα της Ανατολής; Χαμένο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας; Βαλκανικό κρατίδιο με όλα τα συμπαρομαρτούντα; Κληρονόμος του μεγαλύτερου πολιτισμού; Ιστορικό λάθος;"


[1] Είμαστε υπεύθυνοι για την Ιστορία μας, εκδ. Πόλις.
[2] Άρθρο Το (ανύπαρκτο) κρυφό σχολειό. στη Lifo, http://www.lifo.gr/team/apopseis/32112

Tuesday, November 8, 2011

Ιστορική συνέπεια

Ένα απόσπασμα από άρθρο του Μάριου Πλωρίτη στο "Βήμα", το 1998:

"ΔΕΝ περνάει φεγγάρι όπου να μην επιβεβαιώνεται πως είμαστε πλασμένοι κατ' εικόνα και ομοίωσιν των ευκλεών προγόνων μας! Το κακό, βέβαια, είναι πως, απ' τα τόσα περικαλλή γνωρίσματά τους, εμείς κληρονομήσαμε, όχι τα ευειδή και ωραία αλλά τα άσκημα και δυσειδή. Ετσι ή αλλιώς, όμως, τα καμώματά μας μοιάζουν τόσο με τα δικά τους, που μόνο κακόβουλοι μπορούν ν' αρνηθούν ότι μέσα στο νεοελληνικό κορμί μας κυκλοφορούν τα χρωμοσώματα εκείνων.
ΤΗΝ ΩΡΑ λ.χ. που μας απειλεί η Ανατολή και η Δύση κωφεύει, την ώρα που μας ανεμοδέρνουν πολλαπλές κοινωνικές και οικονομικές κρίσεις, εμείς τι κάνουμε; Ερίζουμε για φληναφήματα! Ερίζουν τα κόμματα μεταξύ τους και οι κομματικοί συναμετάξυ τους. Ερίζουν ο υπερεθνικιστές με τους «εθνικούς μειοδότες». Ερίζουν οι «φιλοευρωπαίοι» με τους αντιευρωπαϊστές. Ερίζουν οι οικονομικά προνομιούχοι με τους «προνομιούχους» εργασιακά. Ερίζουν οι εκσυγχρονιστές με τους «προεδρικούς». Ερίζουν οι πάντες για τα πάντα...

Πώς, λοιπόν, να μην αναγνωρίζουμε σ' αυτή την εριδο-μανία μας, τα σουσούμια της εριδο-μάστιγας που κατάτρωγε, στους τελευταίους του αιώνες, το προγονικό μας Βυζάντιο;
ΚΑΙ τω καιρώ εκείνω, ο μέγας κίνδυνος κάλπαζε απ' την Ανατολή, οι Τούρκοι, βέβαια, που καταβρόχθιζαν μια-μια τις βυζαντινές επαρχίες στη Μικρασία και στα Βαλκάνια. Απ' την άλλη, η Δύση (που είχε ήδη αποκαλύψει το απαίσιο ιμπεριαλιστικό πρόσωπό της με την άλωση και τη λεηλασία της Πόλης το 1204 και την κατάκτηση τόσων ελληνικών περιοχών) δεν έπαυε να εποφθαλμιά τα τελευταία απομεινάρια της άλλοτε κραταιάς βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα, όλο θέριευε ο οικονομικός ιμπεριαλισμός της, με πρωτολάτες τους βενετσιάνους και γενοβέζους εμπόρους (τις «πολυεθνικές» της εποχής), που οι ίδιοι οι βυζαντινοί αυτοκράτορες τους είχαν παραχωρήσει πλήθος προνόμια (να οι «προνομιούχοι», πάλι!), δίνοντάς τους την ευκαιρία ν' απομυζούν τις στερνές ικμάδες της βυζαντινής οικονομίας.

Και σαν να μην έφταναν αυτά, στα ίδια τα σπλάχνα του κράτους κορυβαντιούσαν η διαφθορά των ηθών και της διοίκησης, η αναποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, η απληστία και η αρπακτικότητα των υπαλλήλων του... Διόλου περίεργο, λοιπόν, που οι βυζαντινοί πληθυσμοί είχαν βυθισθεί σε απόγνωση, και είτε παραδίνονταν σε αδιαφορία για τα κοινά, είτε ξεσηκώνονταν κατά του ανίκανου, έωλου και άδικου κράτους. Για πρώτη φορά στη βυζαντινή ιστορία σημειώνονταν απανωτές λαϊκές εξεγέρσεις, με «αιτήματα» κοινωνικά και οικονομικά (και με απεργίες, βέβαια). Κορυφαία εκδήλωση αυτών των «ανταρσιών», το κίνημα των «ζηλωτών» της Θεσσαλονίκης (1342-49), των πληβείων που στράφηκαν βίαια κι αιματηρά κατά των «δυνατών» (των μεγάλων και προνομιούχων πάλι!), κι εγκαταστήσανε δική τους λαϊκή κυβέρνηση, γι' αυτό και χαρακτηρίσθηκαν αργότερα «κομμούνα της Θεσσαλονίκης»
ΚΙ ΟΜΩΣ, στις τραγικές εκείνες ώρες, οι Βυζαντινοί ερίζανε, καλή ώρα! Ερίζανε ακατάσχετα για την Ενωση της Ορθόδοξης με την Καθολική Εκκλησία (άλλη Ενωση, τότε).
Είχαν επιτακτική ανάγκη, φυσικά, τη στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη της Δύσης, για ν' αποκρούσουν τον οθωμανό επιδρομέα. Αλλα χωρίστηκαν σε ενωτικούς και ανθενωτικούς, που αλληλομάχονταν λυσσαλέα. Οχι μόνο επειδή οι δεύτεροι δεν ξεχνούσαν την εγκληματική συμπεριφορά των Σταυροφόρων και φραγκοκρατών. Οχι μόνο επειδή δυσφορούσαν, δίκαια, για την άλλη λεηλασία της χώρας απ' τους ιταλούς εμπόρους. Οχι. Ερίζανε για την εκκλησιαστική πρωτοκαθεδρία που διεκδικούσε το Βατικανό... ερίζανε για το Σύμβολο πίστεως (το περιβόητο Filioque, την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος όχι μόνο από τον Πατέρα αλλά και από τον Υιό, που υποστήριζαν οι λατίνοι και αρνιούνταν οι ορθόδοξοι)...

Και ενώ έβλεπαν τα οσμανλίδικα φουσάτα να πετσοκόβουν τον άλλοτε «ένδοξο Βυζαντινισμό» και να φτάνουν στις παρυφές της Πόλης, εκείνοι διαδήλωναν πως ο μεγαλύτερος εχθρός τους δεν ήταν οι Τούρκοι αλλά οι Λατίνοι.

ΔΕΝ ΠΑΡΟΜΟΙΑΖΩ, φυσικά, την απελπιστική κατάσταση του μελλοθάνατου Βυζαντίου με τη τη σημερινή δική μας (γιατί όχι;). Οι καιροί άλλαξαν, η Ελλάδα δεν ψυχορραγεί (που να 'ξερες Μάριε τι ερχόταν...)
Πόσα, όμως, χαρακτηριστικά του παρακμασμένου Βυζαντίου δεν επιζούν στη νεοελληνική «κληρονόμο» του; Είναι καλύτερα τα «ήθη» μας, η διοίκησή μας, η αρπακτικότητα τόσων και τόσων κρατούντων; Είναι μικρότερες οι πολιτικές και κομματικές γατο-μυομαχίες για θέματα μηδαμινά ή πλαστά, και η μυωπία μας μπρος στα αληθινά προβλήματα, κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά; Πόσο διαφέρουν απ' τις βυζαντινές βαττολογίες οι τωρινές εθνικιστικές υστερίες εκείνων που κατακεραυνώνουν κάθε ψύχραιμη αντιμετώπιση των προβλημάτων και πλειοδοτούν σε μαξιμαλισμούς και αδιαλλαξίες;
Η ζημιά που κάνουν δεν είναι αμελητέα (κάθε άλλο!). Δεν λέω πως οδηγεί σε άλλην Αλωση (είσαι βέβαιος;). Υπάρχουν, ωστόσο και «μικρές αλώσεις», που ισχναίνουν την ήδη λιπόσαρκη χώρα μας και ναρκοθετούν τις προσπάθειες για κάποιες λογικές, δίκαιες αντετωπίσεις των θεμάτων."

Έστω και αν απλώς παπαγαλίζουμε την Ιστορία μας, χωρίς πραγματικά να την διδασκόμαστε - ή ίσως ακριβώς για αυτό- η ιστορική μας συνέπεια και η προσήλωση στις αυτοκαταστροφικές μας συνήθειες είναι εντυπωσιακές! Αντίθετα οι αρετές των προγόνων μας θάβονται αμετάκλητα στη λήθη.