Sunday, March 16, 2014

Οι Έλληνες συζητούν


Αντιγράφω την αντιγραφή του Χωμενίδη:

«... Για να συζητήσουν οι Έλληνες πρέπει να διαιρεθούν σε παρατάξεις... Την έλλειψη αληθινής πνευματικής ανάπτυξης φανερώνει καλά και η έλλειψη ανοχής και ψυχραιμίας που χαρακτηρίζει σχεδόν πάντα τις συζητήσεις... Δεν κατορθώνουν να πιστέψουν οι Έλληνες ότι ένας άνθρωπος που σκέπτεται διαφορετικά από αυτούς μπορεί να είναι πολύ άξιος, πολύ έντιμος και πολύ χρήσιμος άνθρωπος. Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου... Οι φανατικοί των ιδεών, εθνικιστές και μαρξιστές, καταχτούν πολύ εύκολα αυτά τα παιδιά, με μερικές απλές φόρμουλες, διατυπωμένες στη γλώσσα του δημοτικού σχολείου, που εξηγούν μονομιάς το μυστήριο της ανθρωπότητας. Έτσι αναπτύσσεται η Ελλάδα... »

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ, 1929

Saturday, March 8, 2014

Το νέο κόμμα


Από το συγκλονιστικό φθινώπορο του 2009, όταν χάσαμε τη γη κάτω από το πόδια μας, έχουν περάσει πια 4,5 χρόνια, διάστημα ικανό για μια ανασκόπηση του πως η οικονομική κατάρρευση επηρέασε το πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Στα χρόνια αυτά συντελείται ο κατακερματισμός του παραδοσιακού δικομματισμού της μεταπολίτευσης. Η ΝΔ είναι ευτυχής με ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στο μισό του πρόσφατου παρελθόντος και το ΠΑΣΟΚ έχει σχεδόν αφανιστεί. Το εκκολαπτώμενο δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ με δυσκολία προσεγγίζει αθροιστικά το 40%, που ωχριά σε σχέση με το 80 και βάλε που χτυπούσαν οι γαλαζοπράσινοι στους καλούς καιρούς. Από τη συρρίκνωση αυτή ωφελήθηκαν σχήματα που είτε φυτοζωούσαν (Χ.Α), είτε προέκυψαν στην πορεία (ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ), και ενθαρρύνθηκε η δημιουργία νέων κομμάτων ή/και κινημάτων (Δημιουργία Ξανά, Δράση, «58», Ποτάμι κλπ.)

Η διαδικασία της πολυδιάσπασης, αν και δυσκολεύει το σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης, είναι μια θετική εξέλιξη: εφόσον συμφωνούμε (οι περισσότεροι τουλάχιστον) ότι το σύστημα που διαμορφώθηκε στα 40 χρόνια της Μεταπολίτευσης εκτροχιάστηκε και οδήγησε τη χώρα στον όλεθρο, η αντικατάστασή του από κάτι νέο είναι επιτακτική. Στην περίοδο της παντοδυναμίας του, ο δικομματισμός είχε τη δύναμη να φιλτράρει εξελίξεις και πρόσωπα, καθορίζοντας τους πρωταγωνιστές της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Κανένα πρόσωπο, όσο ικανό και αν ήταν, δεν είχε πιθανότητα να ακουστεί, παρά μόνο μέσα από τα γαλάζια ή πράσινα κανάλια (κομματικά ή τηλεοπτικά). Διάφοροι μηχανισμοί που ονομάστηκαν «κομματική πειθαρχία» ή «πολιτικό κόστος» επιστρατεύτηκαν ώστε οι όποιοι ικανοί, είτε να μετατραπούν και αυτοί σε πιόνια, είτε να περιθωριοποιηθούν.
Το ενδεχόμενο τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας να αυτοδιορθωθούν, αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί, μοιάζει απίθανο: η αντίληψη τους περί άσκησης πολιτικής φαίνεται να έχει περάσει στο γονίδιο τους. Και αν ακόμα κατόρθωναν την υπέρβαση, δύσκολα θα έπειθαν την κοινωνία για την ειλικρινή τους μεταμέλεια. Ο κατακερματισμός, συνεπώς, είναι η μόνη δυνατότητα για να ανοίξουν οι πόρτες στο καινούργιο.

Μολονότι, λοιπόν, το αναγκαίο πρώτο βήμα για την ανατροπή του σκηνικού πραγματοποιείται, προφανώς από μόνο του δεν αρκεί. Αρκεί να δει κανείς τι νέο έχει προκύψει ως τώρα:
α) Κόμματα διαμαρτυρίας, που με τη ρητορική τους εξαργυρώνουν και υποδαυλίζουν τη δικαιολογημένη οργή του κόσμου (Χ.Α και ΑΝΕΛ τυπικά παραδείγματα). Με κραυγές και κατάρες μπορεί να επιτυγχάνονται πρόσκαιρα δημοσκοπικά ωφέλη, τα προβήματα όμως δεν λύνονται.

β) Κινήματα καλών προθέσεων, όπως η «Σπίθα» του Μ. Θεοδωράκη, η «Δυναμική Ελλάδα» του Μόσιαλου, ο «Κοινωνικός Σύνδεσμος» του Φλωρίδη και άλλα παρόμοια, που διατυμπάνισαν για μερικές εβδομάδες την πρόθεση τους να παρέμβουν, αλλά το μόνο που άφησαν πίσω τους είναι κάποιες εγκαταλελειμένες σελίδες στο ίντερνετ. Άγνωστο γιατί, παραιτήθηκαν πολύ γρήγορα από τις προσπάθειες, που αποδείχθηκαν πυροτεχνήματα των εμπνευστών τους και μέσο εκτόνωσης του κοινού που τους ακολούθησε. Αν δεν αλλάξει κάτι θεαματικά, παρόμοια τύχη διαφαίνεται και για τους «58». Το «Ποτάμι» είναι πολύ πρόσφατο για να κριθεί, θα πρέπει όμως να προσέξει πολύ για να μην έχει την ίδια κατάληξη. Θα πρέπει να αποφύγει την προχειρότητα και την αοριστολογία, να δείξει επιμονή που να εκτείνεται πέρα από τις πρώτες ενθουσιώδεις ημέρες• οι διάσπαρτες ιδέες και επιθυμίες των εμπνευστών του να μετασχηματιστούν σε συγκροτημένο πολιτικό λόγο.

γ) Μικρά προσωποπαγή κόμματα με αποσπασματική ατζέντα. Η «Δράση» του Μάνου, ή η «Δημιουργία Ξανά» του Τζήμερου επικαλέστηκαν την ανάγκη μεταρρυθμίσεων, συμφωνούσαν στα περισσότερα, αλλά απέτυχαν να συνεργαστούν. Η γελοιότητα των ΚΚΕ-ΜΛ και ΜΛ-ΚΚΕ έπληξε και το μεταρρυθμιστικό κέντρο. Προφανώς η χώρα δεν πρόκειται να σωθεί από έναν άνθρωπο, όσο ευφυής ή επικοινωνιακός και αν είναι.

δ) Τέλος υπάρχει και ο ενισχυμένος ΣΥΡΙΖΑ που συνδιάζει όλα τα παραπάνω, καθώς αποτελεί ένα ανομοιγενές κράμα στελεχών παλαιοκομματικής λογικής, αντιδραστικών συνδικαλιστών και αριστερών ρευμάτων αφοσιωμένων στον καταγγελτικό λόγο.

Αυτό που ως τώρα ΔΕΝ έχει εμφανιστεί, είναι μια ομάδα ανθρώπων με ένα κοινό όραμα για τη χώρα και ένα εύλογα σαφές σχέδιο για να το υποστηρίξει, με διάθεση για επίμονη δουλεία και ειλικρινή επιθυμία για συνεργασία. Για να μην πέσω και εγώ στην παγίδα της γενικολογίας, διευκρινίζω το «όραμα»: μια αντίληψη για τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει ο δημόσιος (πολιτικός και οικονομικός) βίος της Ελλάδας, ώστε να μπορέσει να ανακάμψει και να ευημερίσει. Για παράδειγμα, θέλουμε ο νόμος να είναι κυρίαρχος ή θέλουμε να υπάρχει για να τον παρακάμπτουμε, θέλουμε αξιοκρατία ή βουλευτές που υπάρχουν για να βολεύουν τα παιδιά μας, θέλουμε οι πολίτες να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων ή να είναι απλοί παρατηρητές των εξελίξεων, θέλουμε να επιτρέψουμε σε νέους ανθρώπους να αναδειχθούν με τον μόχθο και τις ικανότητες τους ή επιθυμούμε να προστατεύουμε τα παλιά «τζάκια», θέλουμε να είμαστε ανεκτικοί στο διαφορετικό ή απαιτούμε τη συμμόρφωση όλων στις κυρίαρχες αντιλήψεις, θέλουμε να είμαστε σε επικοινωνία με το παγκόσμιο γίγνεσθαι ή προτιμάμε να μας αφήσουν στην ησυχία μας, κλπ. Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι ρητορικά, αντιθέτως οι απαντήσεις σε αυτά συνιστούν το «όραμα» και στη συνέχεια καθορίζουν το σχεδίου για την υλοποίηση του.
Το δε σχέδιο δεν είναι απλώς ένας κατάλογος επιθυμίων και ευχών, αλλά μια σειρά συγκεκριμένων δράσεων με ιεραρχημένες προτεραιότητες και χρονοδιαγράμματα, με οργανόγραμμα και δομές για την υλοποίηση τους, με τακτική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.
Είναι πολύ απογοητευτικό το γεγονός ότι το μόνο εμπεριστατωμένο σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας που έχει εκπονηθεί ως τώρα, προέρχεται από μια ξένη, ιδιωτική εταιρία (ΜcΚinsey). Αξίζει τον κόπο μια γρήγορη ανάγνωση, έστω και της 80σέλιδης περίληψης που είναι δημοσιευμένη στο διαδίκτυο, για να κατανοήσει κανείς τι πρέπει να περιέχει ένα τέτοιο σχέδιο (ακόμα και αν διαφωνεί με τις επιμέρους προτάσεις) και να αντιληφθεί ότι κάτι ανάλογο δεν έχει προταθεί από κανένα πολιτικό φορέα της χώρας. Και ακόμα χειρότερα, ούτε καν αυτή η μασημένη τροφή δεν έχει τεθεί σε δημόσια συζήτηση (η οποία περιορίζεται σε συνθήματα, απειλές, σαρκασμό και μια ακατάσχετη ασημαντολογία).
Ύστερα δυσανασχετούν πολλοί γιατί, όπως λένε, μας κάνουν κουμάντο οι ξένοι. Πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, αν εμείς δεν έχουμε ιδέα για το τι χώρα θέλουμε και πως να την οικοδομήσουμε;

Ο κατακερματισμός του πολιτικού φάσματος πραγματοποιείται και, παρά τις δυσάρεστες παρενέργειές του (ανάδειξη σκοταδιστικών δυνάμεων, πολιτική αστάθεια), δημιουργεί το ζωτικό χώρο για το καινούργιο που θα έρθει για να τον καταλάβει και να κυριαρχήσει στην περίοδο μετά την ιστορική καμπή που διανύουμε. Κατά τη γνώμη μου, αυτό θα το πετύχουν οι δυνάμεις εκείνες που θα κατορθώσουν να συνδιάσουν ένα θελκτικό όραμα με ένα συγκροτημένο σχέδιο καθώς και να υπερβούν τη γνωστή δυσκολία της φυλής μας για συνεργασία. Δεν είναι εύκολο: καλούμαστε να αφήσουμε πίσω μας μηχανισμούς και νοοτροπίες που ήταν ακλόνητες επί δεκαετίες. Είναι λογικό, επομένως, ότι καμία από τις ως τώρα προσπάθειες δεν είχε αίσια κατάληξη. Ελπίζω όμως, ότι οι ζυμώσεις για τη διαμόρφωση ενός κινήματος με τα παραπάνω χαρακτηριστικά βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.