Thursday, February 24, 2011

Ομάδα, ομαδάρα μου

Όταν ήμουν μικρός με πήγαιναν σχεδόν κάθε Κυριακή στο γήπεδο για να δούμε τον Ολυμπιακό. Αγάπησα την ομάδα, φανατίστηκα, φώναζα, ενίοτε έβριζα διαιτητές και αντιπάλους. Τα αποτελέσματα της ομάδας καθόριζαν την διάθεση μου για όλη την εβδομάδα. Μελαγχολία μετά τις ήττες, ενθουσιασμός μετά τις νίκες, ανεξάρτητα του τι άλλο συνέβαινε στην, έτσι και αλλιώς άνευ άλλου ενδιαφέροντος, μαθητική ζωή μου.
Κάποιο βράδυ, μετά από ντέρμπυ με τον Παναθηναϊκό πρέπει να ήταν, αναρωτήθηκα γιατί είχα φωνάξει τόσο πολύ που η φωνή μου θα χρειαζόταν μέρες για να επανέλθει. Θυμάμαι ότι φώναζα με όλη μου τη δύναμη προσπαθώντας να καλύψω τις φωνές των αντιπάλων, να τους εμποδίσω να ακούγονται. Μετά, καθόμουν υποχρεωτικά βουβός στο κρεβάτι μου και για πρώτη φορά προβληματίστηκα για όλα αυτά. Έφτασα πολύ κοντά στην απομυθοποίηση, αλλά κάτι που άκουγα συχνά γύρω μου, την απέτρεψε. «Ο Θρύλος είναι Ιδέα!» Τι ιδέα όμως; Για να συνεχίσω να βγάζω τα λαρύγγια μου κάθε Κυριακή, έπρεπε να ξέρω. Εμείς είμαστε Κόκκινοι και εκείνοι Πράσινοι. Δεν έφτανε αυτό. Μου μίλησαν για παίκτες της ομάδας που είχαν εκτελεστεί από τους Γερμανούς. Μου είπαν ότι παραδοσιακά η ομάδα αντιπροσώπευε τα λαϊκά στρώματα, την φτωχολογιά, σε αντίθεση με τους άλλους που υποστηρίζονταν από βασιλείς και δικτάτορες. Βοήθησε το γεγονός ότι την εποχή εκείνη μας αδικούσαν συστηματικά και απροκάλυπτα και έτσι το έρεισμα μου αποκαταστάθηκε.
Τώρα πια μεγάλωσα, η εποχή της αθωότητας μου έχει παρέλθει και έχω προ πολλού συμβιβαστεί με την ιδέα ότι η μόνη διαφορά μας με τους άλλους είναι το χρώμα της φανέλας. Αυτά δεν με εμπόδισαν να παρακολουθώ την ομάδα, να χαίρομαι και να λυπάμαι, να βρίζω και να φωνάζω, με λίγο περισσότερο μέτρο πιά. Ως το περασμένο Σάββατο.
Βλέποντας στην τηλεόραση τον «ένδοξο λαό» να εκστασιάζεται με μια νίκη ασύγκριτα πιο ντροπιαστική και από την πιό ταπεινωτική ήττα και να επιτίθεται οργισμένος στους αντίπαλους παίκτες (γιατί άραγε; γιατί τόλμησαν να παίξουν; μα αν δεν έπαιζαν πως θα τους κερδίζαμε;) το παιδάκι που πήγαινε στο τσιμεντένιο Καραϊσκάκη τα απογεύματα των Κυριακών επαναστάτησε μέσα μου. Η ζωηρή του φαντασία επινόησε το εξής σενάριο : η ομάδα αρνείται μια τέτοια νίκη και ένα πρωτάθλημα στιγματισμένο από αυτή. Σε μια εποχή που οι αξίες έχουν εκλείψει, η ομαδάρα μου γίνεται θεματοφύλακας τους, επιθυμεί μόνο τίμιες νίκες, σεβασμό του αντιπάλου και του ίδιου του παιχνιδιού. Δεν ενδιαφέρεται για επιτυχίες με κάθε τίμημα και δεν παρασύρεται από τον κυνισμό του σκοπού που αγιάζει τα μέσα. Αξιώνει να κερδίζει μόνο γιατί είναι καλύτερη. Με μια κίνηση πρωτοφανούς ανωτερότητας ο πρόεδρος ζητά συγνώμη για τα έκτροπα και απαιτεί την επανάληψη του αγώνα εγγυώμενος ομαλές συνθήκες διεξαγωγής. Επιτέλους ο Θρύλος γίνεται και πάλι Ιδέα!
Όπως συμβαίνει μετά από κάθε όμορφο όνειρο, το ξύπνημα κάνει την πραγματικότητα ακόμα πιο ζοφερή. Η ορμητικότητα του οχετού ισοπεδώνει πράγματα πολύ πιο ανθεκτικά. Πως θα γλύτωνε η αθωότητα και ο ρομαντισμός;

No comments:

Post a Comment

Please leave your message!